Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε (και εις άλλα με υγεία)
Βουβάλια που εκσπερματώνουν από συνήθεια στην έρημο, κόκκορες που χάνουν το κεφάλι τους κι αναβλύζει αίμα αντί για την λαλιά τους, δέρμα κολλημένο με τρίχες ταλαιπωρημένες και γκρίζες, ένας ασταμάτητος ποδόγυρος, το τέλος μιας βαρετής τελετής και η λάσπη που κολλάει ανούσια στα παπούτσια μας από την θλιβερή βροχή.
Φως υπόλευκο, απείθαρχο όπως οι παράλληλες γραμμές που τέμνονται τελικά στο άπειρο. Ρεύματα λόγω ηλικίας και αποσύνθεση της μάζας, μετασχηματισμός κατάφορος ύλης και ενέργειας σε μία βουβή πομπή από την αρχή ως το τέλος. Αυτή η λογοδιάρροια δε θα μας σώσει, το αντίθετο μάλιστα: Μυρίζει σαν καμένο χαρτί, φτυαρίζεται σαν βρώμικο χιόνι και φεύγει και λιώνει όπως διώχνουμε μακριά τα λεπτα, τις ώρες και τις μέρες ώσπου να 'ρθει εκείνο το πρωινό στο οποίο εγώ ή εσύ δεν θα είμαστε παρόντες.