Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2006

Μα, τί πίνεις;


Ψυχεδελικά εκτρώματα, παραισθησιογόνα φαρμακευτικά αντισώματα με καταδιώκουν ως του μυαλού μου την απώτερη άκρη. Εμφυσώντας την προοδευτική σάρωση στην εγκεφαλική μου απόπλεξη, διαχειρίζομαι ακέρια την εικόνα πλήρους ανάλυσης στην γιγαντοοθόνη των εγκεφαλικών μου πίξελς. Έρμαιο μιας χημικής αντίδρασης που ξερνάει αντενδείξεις, ολάκερες, σαϊεντολογικές, μαρσιποφόρες από τη λογική του παραλόγου, ενστερνίζομαι την άνοια που αποπνέει τούτη η χημική παραζάλη. Χαριτωμένα αποσιωπώντας τα τελευταία μιλιλίτρ νηφάλιας φαιάς ουσίας, διασκορπίζω απλόχερα την εμπεριστατωμένη κοσμική σύναξη σε ντουζίνες ομιχλώδων σκιών που κατακερματίζουν την κβαντοδυναμική τουτουνού του σύμπαντος. Στην μεγάλη αέναη σιωπή που κυβερνά την πλάση, στέκομαι γυμνός από αιτιάσεις, ρουθουνίζοντας το διαστημικό κενό που μαυρίζει με την απουσία του το αστρικό διάκενο τούτης της ασημένιας υπεργαλαξιακής υπόστασης. Απόκοσμα οσμίζοντας τα αποκόμματα της διανοητικής μου οκνηρίας, κοσμώ τον διάκοσμο του ασύγκριτα βαρετού υπαρκτόκοσμου.