Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2007

Βυθιχθύς, ο αναμφίβιος

Λέπια που ξεγλιστρούν αλλόκοτα και επιτρέπουν στα βράγχια μου να αναπνέουν. Αποπνέω σαπίλα, από πλαγκτόν καλυμμένο με μούργα είναι η υπόσταση μου. Και να με βλέπατε δεν θα με ξεχωρίζατε από την λάσπη. Είμαι ψάρι του ωκεανού και κολυμπώ σε ανήλιαγα νερά χωρίς πάτο. Είμαι στο τέλος της ζωής μου, για ψάρι καλά τα πήγα και ας μην είδα ποτέ τον ήλιο και ας είμαι τυφλός από τα χρόνια μου στο σκοτάδι. Ζωή στο βάθος του βυθού, στα απύθμενα σκοτάδια, σε μέρη πολύ σκληρά για να ζει κανείς και γω μαζί του. Τρέλα ανακατεμένη με κότσια σε ένα μπλε που χάνει επιτέλους τη σημασία του, κι ενώ βουτώ ακόμα πιο βαθιά στο βυθό χωρίς πυθμένα δεν μπορώ παρά να ονειρεύομαι πως θα δω σε μια άλλη ζωή πώς το φεγγάρι κι ο ήλιος ενώνονται σε μια μεγάλη κοσμική σφαίρα.